Συνεχίζεται η έντονη σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή της Θήβας, με νέες δονήσεις να καταγράφονται σχεδον καθημερινά. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι έχουν καταγραφεί περίπου 3.000 σεισμοί στην περιοχή τον τελευταίο χρόνο.

Μιλώντας στο kathimerini.gr, o καθηγητής σεισμολογίας και μέλος της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου, Γεράσιμος Παπαδόπουλος, δεν έκρυψε τον προβληματισμό του για τις συνεχείς δονήσεις, σημειώνοντας ότι από τις 10 Ιουλίου 2021 ξεκίνησε η σεισμική δραστηριότητα «με έντονο ρυθμό» και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Όπως είπε, από τον Ιούλιο του 2021, η επιτροπή εκτίμησης σεισμικού κινδύνου, που αποτελείται από 20 άτομα, θεώρησε ομόφωνα ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος και γι’ αυτό συνέστησε την επείγουσα λήψη προληπτικών μέτρων από τις τοπικές αρχές με βάση το επιχειρησιακό σχέδιο «Εγκέλαδος».

Η σεισμική δραστηριότητα συνεχίστηκε με μια έντονη έξαρση τον Σεπτέμβριο του 2021.

«Στις 29 Σεπτεμβρίου εξετάσαμε πάλι την περίπτωση της Θήβας, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη να τεθεί σε εφαρμογή το προληπτικό σκέλος του σχεδίου “Εγκέλαδος”. Έκτοτε η σεισμική δραστηριότητα συνεχίστηκε, είχαμε μια ύφεση τον Νοέμβριο, αλλά μετά είχαμε πάλι πολλούς σεισμούς, με έξαρση το τελευταίο διάστημα».

Με αφορμή τον χθεσινό σεισμό των 4,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικός σε ό,τι αφορά στην εξέλιξη της σεισμικής δράσης στη Θήβα.

«Προ ολίγων ημερών είχαμε και πάλι ασχοληθεί με το θέμα αυτό δεδομένου ότι τα μεγέθη είχαν “ανέβει”. Στη συνέχεια δημοσιοποίησα την άποψη μου ότι οι δείκτες σεισμικότητας έχουν “χειροτερέψει”».

Ερωτηθείς για το ποιοι είναι οι δείκτες σεισμικότητας, ο καθηγητής σεισμολογίας επεσήμανε πως «πρόκειται κυρίως για δύο ποσοτικούς δείκτες. Ο πρώτος είναι ο ρυθμός σεισμικότητας, δηλαδή το πλήθος των σεισμών που γίνονται στη μονάδα του χρόνου, π.χ. σε μια μέρα. Ο δεύτερος δείκτης αναφέρεται στη σχετική αναλογία μεταξύ των μεγαλύτερων και των μικρότερων σεισμικών μεγεθών. Αυτή η αναλογία εκφράζεται από την παράμετρο b, η οποία αποτελεί την πιο θεμελιώδη παράμετρο στη σεισμολογία. Η συνήθης τιμή αυτής της παραμέτρου κυμαίνεται γύρω από τη μονάδα, αλλά συχνά εμφανίζει αποκλίσεις που οφείλονται τόσο στις μετρήσεις όσο και σε σεισμοτεκτονικά αίτια. Οι μετασεισμοί, οι οποίοι ακολουθούν έναν ισχυρό κύριο σεισμό σε ορισμένη περιοχή, κατά κανόνα έχουν παράμετρο b μεγαλύτερη της συνήθους τιμής στην ίδια περιοχή. Αντίθετα, οι προσεισμοί, οι οποίοι προηγούνται ενός κύριου σεισμού, χαρακτηρίζονται από πτώση της τιμής της παραμέτρου b σε σχέση με τη συνήθη τιμή στην ίδια περιοχή».

Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Παπαδόπουλος τόνισε πως εξακολουθεί η «επί τα χείρω» μεταβολή των δεικτών της σεισμικότητας στη Θήβα και -όπως είπε-τέτοιου τύπου μεταβολές συνήθως αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα των προσεισμών.

Στο ερώτημα για το εάν αυτή η μεταβολή των δεικτών σεισμικότητας στη Θήβα προδικάζει τη γένεση ακόμη μεγαλύτερου σεισμού, ο ίδιος ανέφερε πως «στη σεισμολογία σχεδόν ποτέ δε μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι» ωστόσο πρόσθεσε πως «το συγκεκριμένο ενδεχόμενο παραμένει ανοιχτό, δεδομένου ότι η σεισμική δράση εμφανίζει τα γνωρίσματα των προσεισμικών ακολουθιών».
Σε ό,τι αφορά την χαρτογράφηση των ρηγμάτων, ο καθηγητής σεισμολογίας ανέφερε πως έχει γίνει μία πολύ καλή προσπάθεια από επιστήμονες, η οποία όμως έχει καταγράψει τα δεδομένα μέχρι τον Οκτώβριο του 2021. «Η μετέπειτα ακολουθία δεν είναι διατυπωμένη όπως επίσης δεν υπάρχουν και τα στοιχεία που να δείχνουν τη συσχέτιση των σεισμών με τα ρήγματα της περιοχής», ανέφερε.

Τέλος, ο κ. Παπαδόπουλος υπογράμμισε πως στο επόμενο διάστημα επιβάλλεται εγρήγορση και όχι εφησυχασμός, δηλαδή η συνεχής επιστημονική ανάλυση και αξιολόγηση και η λήψη πρόσθετων μέτρων αντισεισμικής προστασίας.